- ἄσκαλον
- ἄσκαλοςmasc/fem acc sgἄσκαλοςneut nom/voc/acc sg
Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.
Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.
Ἄσκαλον — Ἄσκαλος masc acc sg … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
Κύθηρα — I Νησί (278 τ. χλμ., 3.354 κάτ.) στη συμβολή του Ιονίου, του Μυρτώου και του Κρητικού πελάγους. Βρίσκεται απέναντι από τον Λακωνικό κόλπο, ΝΔ του ακρωτηρίου Μαλέας. Υπάγεται διοικητικά στη νομαρχία Πειραιώς του νομού Αττικής. Το σύνολο των… … Dictionary of Greek
Ριχάρδος — Όνομα 3 βασιλιάδων της Αγγλίας. 1. Ρ. Α’ ο Λεοντόκαρδος (Οξφόρδη 1157 – Σαλί, Λιμουζέν 1199). Διαδέχτηκε τον Ερίκο B’ (1189) αλλά λίγους μήνες αργότερα έφυγε από την Αγγλία με οχτώ χιλιάδες άντρες για να ενωθεί με τους Σταυροφόρους. Κατέλαβε την… … Dictionary of Greek